προσέχω

προσέχω
προσέχω
hold to
pres subj act 1st sg
προσέχω
hold to
pres ind act 1st sg
προσχώννυμι
heap upon
imperf ind act 3rd sg (doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • προσέχω — προσέχω, πρόσεξα, προσεγμένος βλ. πίν. 31 Σημειώσεις: προσέχω : η μτχ. προσεγμένος χρησιμοποιείται ως επίθετο (→ αυτός που έγινε με προσοχή, επιμέλεια, φροντίδα) …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • προσέχω — ΝΜΑ 1. έχω στρέψει την προσοχή μου σε κάτι, σκέπτομαι, παρατηρώ ή παρακολουθώ κάτι με ενδιαφέρον (α. «πρόσεχε στο μάθημα» β. «προσέχειν τῶν ἐμπείρων... ταῑς ἀναποδείκτοις φάσεσι», Αριστοτ.) 2. αντιλαμβάνομαι, διακρίνω (α. «ήταν κι αυτός εκεί αλλά …   Dictionary of Greek

  • προσέχω — πρόσεξα, προσέχτηκα, προσεγμένος 1. προσηλώνω το νου, παρακολουθώ, έχω το νου μου: Προσέχω τον καθηγητή μου που διδάσκει. 2. επιτηρώ, φυλάγω ή φυλάγομαι: Πρόσεχε τους ανθρώπους που σε κολακεύουν …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • προσέχετε — προσέχω hold to pres imperat act 2nd pl προσέχω hold to pres ind act 2nd pl προσέχω hold to imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσέχῃ — προσέχω hold to pres subj mp 2nd sg προσέχω hold to pres ind mp 2nd sg προσέχω hold to pres subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσεσχηκότα — προσέχω hold to perf part act neut nom/voc/acc pl προσέχω hold to perf part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσεχόμενον — προσέχω hold to pres part mp masc acc sg προσέχω hold to pres part mp neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσεχόντων — προσέχω hold to pres part act masc/neut gen pl προσέχω hold to pres imperat act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσεῖχον — προσέχω hold to imperf ind act 3rd pl προσέχω hold to imperf ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσσχόμενον — προσέχω hold to aor part mid masc acc sg προσέχω hold to aor part mid neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”